Ποτέ ξανά ναζισμός
Στις 27 Ιανουαρίου 1945 τμήματα του σοβιετικού στρατού φτάνουν στο Άουσβιτς και βρίσκουν 7.000 αποστεωμένους κρατούμενους που είχαν επιζήσει και δεν είχαν συρθεί μαζί με τους υπόλοιπους στις «πορείες θανάτου» που οργάνωσαν οι ναζιστικές δυνάμεις κατά των υποχώρησή τους. Πριν λίγα χρόνια αυτή η ημερομηνία ανακηρύχθηκε ως «Διεθνής Ημέρα Μνήμης των Θυμάτων του Ολοκαυτώματος και πρόληψης των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας». Το Άουσβιτς υπήρξε το μεγαλύτερο κέντρο εξόντωσης στην Ευρώπη του Χίτλερ. Σ’ αυτό εξοντώθηκαν 960.000 Εβραίοι (ανάμεσά τους ήταν 60.000 Έλληνες Εβραίοι, από τους οποίους 48.000 από τη Θεσσαλονίκη), 21.000 Τσιγγάνοι, 75.000 Πολωνοί αντιστασιακοί, 15.000 Σοβιετικοί αιχμάλωτοι πολέμου, 15.000 κρατούμενοι από την υπόλοιπη κατεχόμενη Ευρώπη, καθώς μικρότεροι αριθμοί ομοφυλόφιλων και μαρτύρων του Ιεχωβά. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι τα πρώτα θύματα που εξοντώθηκαν με αέριο από τους ναζί ήταν Γερμανοί ανάπηροι και πάσχοντες από ανίατες ασθένειες.
Όπως και στην υπόλοιπη ήπειρο, υπήρξαν κι εδώ πρόθυμοι συνεργάτες των ναζί. Ήδη πριν τον πόλεμο είχαν αναπτυχθεί στην πόλη μας εθνικιστικές οργανώσεις, όπως η ΕΕΕ, με κύρια ιδεολογία τον αντισημιτισμό και τον αντικομμουνισμό, έχοντας τη στήριξη του κρατικού μηχανισμού. Η σταθερή αντισημιτική στάση μερίδας του Τύπου και, κυρίως, το πογκρόμ στον συνοικισμό Κάμπελ (για το οποίο τόσο οι φυσικοί –όσοι εντοπίστηκαν– όσο και οι ηθικοί αυτουργοί αθωώθηκαν) αποτελούν τα πιο χαρακτηριστικά σημάδια αυτής της κατάστασης. Πολλοί απ’ αυτούς τους προπολεμικούς εθνικιστές στρατεύθηκαν στα τάγματα ασφαλείας διαδραματίζοντας ενεργό ρόλο στην εξόντωση των Ελλήνων Εβραίων αλλά και στις σφαγές πολιτών (Χορτιάτης, μπλόκο της Καλαμαριάς κλπ.).
Οι δωσίλογοι, λοιπόν, κι οι ταγματασφαλίτες «κέρδισαν» με τις υπηρεσίες τους ως λεία τις περιουσίες των ανθρώπων που εξοντώθηκαν στο Άουσβιτς και μεταπολεμικά όχι μόνο δεν κλήθηκαν να λογοδοτήσουν για τα εγκλήματά τους αλλά επιβραβεύτηκαν κρατώντας τα κέρδη της Κατοχής κι αποτελώντας τον εθνικό κορμό των παρακρατικών του μετεμφυλιακού κράτους. Είναι γνωστό ότι απ’ αυτό τον χώρο προέρχονταν οι τραμπούκοι της «καρφίτσας» που δολοφόνησαν τον Λαμπράκη. Οι ελληνικές κυβερνήσεις, όμως, στάθηκαν στοργικές ακόμη και απέναντι σε Γερμανούς εγκληματίες πολέμου, όπως ο διαβόητος Μαξ Μέρτεν, που υπέγραφε τις εντολές εγκλεισμού στα γκέτο κι αποστολής στα στρατόπεδα εξόντωσης κι ο οποίος είχε το θράσος να επισκεφθεί μεταπολεμικά τη Θεσσαλονίκη όπου αναγνωρίστηκε από κάποιο θύμα του, με αποτέλεσμα να δικαστεί, να καταδικαστεί και στη συνέχεια να «απελαθεί» στη Γερμανία για να δικαστεί κι εκεί, πράγμα που ποτέ δεν έγινε καθώς αφέθηκε ελεύθερος.
Κι όλα αυτά δεν είναι απλά ιστορίες ενός σκοτεινού παρελθόντος. Σήμερα οι επίγονοι των δωσιλόγων και θαυμαστές του Χίτλερ σκοτώνουν, τραυματίζουν, απειλούν μετανάστες και πρόσφυγες αλλά και Έλληνες που αντιδρούν στη φασιστική βαρβαρότητα. Μπορεί, μετά τη δολοφονία του Π. Φύσσα, να ξεκίνησε μια διαδικασία που οδήγησε στη φυλακή πολλά ηγετικά στελέχη της Χρυσής Αυγής, αλλά είχαν προηγηθεί αναλύσεις «σοβαρών» δημοσιογράφων που την έβλεπαν μέχρι και στην κυβέρνηση. Επίσης, το άκρον άωτον της προσβολής των θυμάτων, στις περσινές επίσημες εκδηλώσεις προς τιμήν των θυμάτων του Ολοκαυτώματος που οργανώνει η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας είχε προσκληθεί και εκπρόσωπος του νεοναζιστικού κόμματος (ναι, για όλα φταίει το πρωτόκολλο!). Δεν ξέρουμε αν κάποιοι από τους παρισταμένους διαμαρτυρήθηκαν τουλάχιστον, ούτε αν και φέτος θα κληθούν εκπρόσωποι των υμνητών των χιτλερικών σφαγιαστών.
Παράλληλα, οι κρατικοί μηχανισμοί συνεχίζουν να στρέφονται κι αυτοί εναντίον των μεταναστών δημιουργώντας στρατόπεδα συγκέντρωσης και οργανώνοντας πογκρόμ, όπως η επιχείρηση «Ξένιος Ζευς». Την ώρα της κρίσης η κυβέρνηση και οι ελίτ προωθούν τη θυματοποίηση των πιο ευάλωτων κοινωνικά ομάδων για να τους χρησιμοποιήσουν ως αποδιοπομπαίους τράγους και να στρέψουν την οργή των φτωχών εναντίον των φτωχότερων. Από κοντά και τα κυρίαρχα ΜΜΕ προωθούν ασύστολα το ρατσισμό με τρομολαγνικούς τίτλους για «τσουνάμια λαθρομεταναστών», ληστείες, φόνους αλλά και έξοδα που κοστίζουν στον κουτσουρεμένο προϋπολογισμό οι «κακοί ξένοι».
Τώρα, όπως και τότε, μόνο η αντίσταση στο αλληλοσπάραγμα των θυμάτων της κρίσης που προωθούν οι κυβερνώντες και η αλληλεγγύη στα θύματα των ρατσιστικών πολιτικών και των ναζιστικών συμμοριών αφήνουν ελπίδες για ένα ανθρώπινο μέλλον. Τώρα, όπως και τότε, ο αγώνας ενάντια στη ναζιστική θηριωδία αποτελεί τη βάση για την ελευθερία και την αξιοπρέπειά μας.
Ενάντια στη ρατσιστική βαρβαρότητα
Ίσα δικαιώματα για όσους ζουν κι εργάζονται στην Ελλάδα
Αντιρατσιστική Πρωτοβουλία Θεσσαλονίκης
Αντιφασιστική Συνέλευση Αλληλεγγύης